Ο «Προμηθέας Δεσμώτης» είναι η μόνη από τις σωζόμενες τραγωδίες για την οποία δεν υπάρχουν πληροφορίες ούτε για την παραγωγή ούτε για τη χρονολογία της, ούτε καν για την τριλογία στην οποία ανήκε. Aκολουθούσε ο «Προμηθέας Λυόμενος» με τρίτο έργο τον «Προμηθέα Πυρφόρο» και ίσως ακόμη το σατυρικό δράμα «Προμηθεύς Πυρκαεύς», για τα οποία όμως ελάχιστα μπορούμε να υποθέσουμε. Aν έχουμε τη δυνατότητα να ανασυνθέσουμε ορισμένα στοιχεία από τον «Λυόμενο», με δυσκολία μπορούμε να διακινδυνεύσουμε κάποια γνώμη για το περιεχόμενο του «Προμηθέα Πυρφόρου», ενώ μας είναι άγνωστο το σατυρικό δράμα («Προμηθεύς Πυρκαεύς»;). Παρά τις αποκλίνουσες απόψεις των μελετητών ωστόσο, φαίνεται μάλλον πως ήταν το πρώτο δράμα μιας τριλογίας με ενιαία υπόθεση, που ονομάστηκε «Προμήθεια».
Kαθώς ο χρόνος μάς στέρησε όλα τα άλλα έργα της «Προμήθειας» εκτός από το πρώτο, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι θεματικά το έργο αυτό είναι ένα απόσπασμα, μια πρώτης μόνο κίνηση μιας πολύ προσεκτικά επεξεργασμένης λεκτικής και οπτικής συμφωνίας, στη συνέχεια της οποίας δεν έχουμε πια καμιά πρόσβαση. Έτσι είναι φυσικό να ανακύπτουν πάμπολλα προβλήματα από τη μελέτη του μοναδικού αυτού δράματος, προβλήματα που δε βρίσκουν εύκολη απάντηση, και οι απόψεις των μελετητών να διαφέρουν διαμετρικά σε πάρα πολλά θέματα. Οι διαφορές έφεραν σε μεγάλη αμηχανία πολλούς σχολιαστές του περασμένου αιώνα και τους έδωσε λαβή να αμφισβητήσουν ακόμα και τη γνησιότητα του έργου.
Για παράδειγμα: Στην αρχαιότητα κανένας δεν αμφισβήτησε το γεγονός ότι είναι έργο του Aισχύλου, στα νεότερα όμως χρόνια πολλοί έφτασαν στο σημείο να αμφισβητήσουν τη γνησιότητά του και να το θεωρούν γραμμένο ή διασκευασμένο από κάποιον άλλο μετά το θάνατο του Aισχύλου το 456 π.X. Aυτό προέκυψε από τις φανερές διαφορές της στην κοσμοθεώρηση, στο ύφος και στο λεκτικό, από τις άλλες έξι τραγωδίες του ποιητή που σώθηκαν. Ωστόσο, παρά την αναμφισβήτητη ιδιοτυπία του έργου αυτού, δεν υπάρχουν συντριπτικά επιχειρήματα για την αθέτησή του και οι όποιοι ελάσσονες λόγοι επιστρατεύονται δεν μπορούν να δικαιολογήσουν μια τέτοια θέση. Ο Αισχύλος με τον μύθο του Προμηθέα θέλει να εξιχνιάσει τον πρωτογενή χωροχρόνο του ανθρώπου – δηλαδή την εν χώρω και χρόνο ανάπτυξη της φύσεως του – τις δυνατότητες απελευθέρωσής του με τον λόγο. Η δύναμη του λόγου και η επίμονα ακριβής περιγραφή της σταύρωσης υποκαθιστά τη βιαιότητα της πραγματικής σκηνής.
Το έργο:
Χρονολόγηση του έργου.
Προβληματική παραμένει η ακριβής χρονολόγηση του «Προμηθέα Δεσμώτη», εξαιτίας της έλλειψης πληροφοριών και της μεγάλης ιδιοτυπίας που παρουσιάζει το έργο. Στη βάση όμως πολλών ενδείξεων θα πρέπει να καταλήξουμε ότι η «Προμήθεια» ανήκε στη δραματουργία της στροφής του ποιητή από μια στατική κοσμοθεώρηση προς μια σύγκρουση και τη συνακόλουθη αρμονική σύνθεση που επέβαλλαν τα κοινωνικοπολιτικά γεγονότα των μέσων του 5ου αιώνα.
Mια τέτοια σύγκρουση πνευματικών και πολιτικών αρχών δύσκολα θα μπορούσε να σημειωθεί σε οποιαδήποτε κοινωνία αρχαιότερη της Aθήνας των τελευταίων χρόνων της ζωής του Aισχύλου. Και εδώ ο ποιητής αναγνωρίζει και εξετάζει ένα φαινόμενο που αναφαίνεται τότε στην πόλη του για πρώτη φορά στην ιστορία. Eπομένως το έργο θα πρέπει να γράφτηκε τα τελευταία χρόνια της ζωής του ποιητή, υπό την επήρεια των κοσμοϊστορικών γεγονότων της πόλης του.
Περιεχόμενο.
Kαθώς ο χρόνος μάς στέρησε όλα τα άλλα έργα της «Προμήθειας» εκτός από το πρώτο, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι θεματικά το έργο αυτό είναι ένα απόσπασμα, μια πρώτης μόνο κίνηση μιας πολύ προσεκτικά επεξεργασμένης λεκτικής και οπτικής συμφωνίας, στη συνέχεια της οποίας δεν έχουμε πια καμιά πρόσβαση. Έτσι είναι φυσικό να ανακύπτουν πάμπολλα προβλήματα από τη μελέτη του μοναδικού αυτού δράματος, προβλήματα που δε βρίσκουν εύκολη απάντηση, και οι απόψεις των μελετητών να διαφέρουν διαμετρικά σε πάρα πολλά θέματα. Οι διαφορές έφεραν σε μεγάλη αμηχανία πολλούς σχολιαστές του περασμένου αιώνα και τους έδωσε λαβή να αμφισβητήσουν ακόμα και τη γνησιότητα του έργου.
Για παράδειγμα: Στην αρχαιότητα κανένας δεν αμφισβήτησε το γεγονός ότι είναι έργο του Aισχύλου, στα νεότερα όμως χρόνια πολλοί έφτασαν στο σημείο να αμφισβητήσουν τη γνησιότητά του και να το θεωρούν γραμμένο ή διασκευασμένο από κάποιον άλλο μετά το θάνατο του Aισχύλου το 456 π.X. Aυτό προέκυψε από τις φανερές διαφορές της στην κοσμοθεώρηση, στο ύφος και στο λεκτικό, από τις άλλες έξι τραγωδίες του ποιητή που σώθηκαν. Ωστόσο, παρά την αναμφισβήτητη ιδιοτυπία του έργου αυτού, δεν υπάρχουν συντριπτικά επιχειρήματα για την αθέτησή του και οι όποιοι ελάσσονες λόγοι επιστρατεύονται δεν μπορούν να δικαιολογήσουν μια τέτοια θέση. Ο Αισχύλος με τον μύθο του Προμηθέα θέλει να εξιχνιάσει τον πρωτογενή χωροχρόνο του ανθρώπου – δηλαδή την εν χώρω και χρόνο ανάπτυξη της φύσεως του – τις δυνατότητες απελευθέρωσής του με τον λόγο. Η δύναμη του λόγου και η επίμονα ακριβής περιγραφή της σταύρωσης υποκαθιστά τη βιαιότητα της πραγματικής σκηνής.
Το έργο:
Χρονολόγηση του έργου.
Προβληματική παραμένει η ακριβής χρονολόγηση του «Προμηθέα Δεσμώτη», εξαιτίας της έλλειψης πληροφοριών και της μεγάλης ιδιοτυπίας που παρουσιάζει το έργο. Στη βάση όμως πολλών ενδείξεων θα πρέπει να καταλήξουμε ότι η «Προμήθεια» ανήκε στη δραματουργία της στροφής του ποιητή από μια στατική κοσμοθεώρηση προς μια σύγκρουση και τη συνακόλουθη αρμονική σύνθεση που επέβαλλαν τα κοινωνικοπολιτικά γεγονότα των μέσων του 5ου αιώνα.
Mια τέτοια σύγκρουση πνευματικών και πολιτικών αρχών δύσκολα θα μπορούσε να σημειωθεί σε οποιαδήποτε κοινωνία αρχαιότερη της Aθήνας των τελευταίων χρόνων της ζωής του Aισχύλου. Και εδώ ο ποιητής αναγνωρίζει και εξετάζει ένα φαινόμενο που αναφαίνεται τότε στην πόλη του για πρώτη φορά στην ιστορία. Eπομένως το έργο θα πρέπει να γράφτηκε τα τελευταία χρόνια της ζωής του ποιητή, υπό την επήρεια των κοσμοϊστορικών γεγονότων της πόλης του.
Περιεχόμενο.
Το κορυφαίο και πάντα σύγχρονο Αισχύλειο έργο ανέβηκε για πρώτη φορά στον ιερό χώρο του Διονυσιακού θεάτρου γύρω στο 475 π.Χ. Ο Προμηθέας τιμωρείται από τον Δία και καταδικάζεται στην ερημιά, πάνω στην κορυφή του βράχου γιατί παραβίασε τη θεοκρατική τάξη πραγμάτων. O Tιτάνας Προμηθέας, περήφανος και ανένδοτος επαναστάτης ενάντια στην ανώτερη εξουσία, είχε κλέψει τη φωτιά από τους θεούς με κάποιο τέχνασμα και είχε προσφέρει αυτό το ανεκτίμητο δώρο στους θνητούς. Σ’ αυτό το έργο όμως η κλοπή της φωτιάς είναι απλώς το πρώτο βήμα ενός μεγαλειώδους προγράμματος ευεργεσιών για την ανθρωπότητα, γιατί η φωτιά είναι το ισχυρό σύμβολο μιας απέραντης σειράς τεχνολογικών αλλά και πνευματικών εφευρέσεων. Όλα αυτά τα πραγματοποίησε ο Προμηθέας αψηφώντας απόλυτα το Δία, που στην πραγματικότητα σχεδίαζε να εξαλείψει τελείως το ανθρώπινο γένος. Γι’ αυτήν τη ματαίωση των σχεδίων του, όσο και για την κλοπή της φωτιάς, ο Προμηθέας έχει επισύρει την οργή του Δία, που τον τιμωρεί τώρα ως σκληρός και αυθαίρετος τύραννος, αν και κατά το παρελθόν ο ευεργέτης της ανθρωπότητας είχε βοηθήσει και τον ίδιο το Δία να επικρατήσει πάνω στον Kρόνο και τους άλλους Tιτάνες. Ο άρχοντας των Θεών και των ανθρώπων επέβαλε στον Προμηθέα τη σκληρότερη τιμωρία. Τον αλυσόδεσε σε έναν βράχο και ένα όρνεο εχόταν καθημερινά καταβροχθίζοντας του το συκώτι, το οποίο όμως ανανεωνόταν συνεχώς. Ο Προμηθέας δεν επρόκειτο να απελευθερωθεί παρά μόνο από τον γιο του Δία, τον Ηρακλή, που σκότωσε μεν με τα βέλη του τον λαίμαργο αιματοπότη αετό, που τρεφόταν από το συκώτι του Tιτάνα και για αντάλλαγμα έπαιρνε πληροφορίες από τον Προμηθέα για το δρόμο του προς τα μήλα των Εσπερίδων κάπου στη μακρινή Δύση. Ουσιαστικά η αμαρτία του Προμηθέα δεν είναι άλλη από την προσβολή της κοσμικής τάξης αφού αθάνατος ο ίδιος παίρνει το μέρος των θνητών. Το έργο ως σύνολο διαμορφώνει ένα αίσθημα προσδοκίας για περισσότερες αποκαλύψεις καθώς και την προσμονή μιας αναγκαστικής μεταβολής που είναι το αποτέλεσμα της γνώσης του Τιτάνα θεού για τα μελλούμενα. Η μεγαλοφυϊα του Αισχύλου συνίσταται στο ότι θεώρησε το θεϊκό πύρ ως το σύμβολο του πολιτισμού και της καταγωγής όλων των τεχνών, αλλά επιπλέον, πως δικαίωσε την κλοπή του ουρανίου πυρός εξαιτίας του οίκτου που έτρεφε ο Προμηθεύς προς το ανθρώπινο γένος, πολύ πριν από αυτόν τον μύθο. Ο τιτάνας Προμηθέας ανυψώνεται ενώπιον του Αισχύλου ως η γιγαντιαία ενσάρκωση της ανθρωπότητος που βρίσκεται σε σύγκρουση με τους Θεούς. Αυτός ήταν ο τρόπος που συνέλαβε ο νούς του Αισχύλου την Προμηθεϊκή ιδέα, που υπήρξε ο δαυλός της μεγαλοφυϊας του και το αίτιο που κυριάρχησε σε ολοκλήρο το έργο του. Η ιδέα αυτή υπήρξε ταυτόχρονα το αντίθετο της Ελευσινίου και το απαραίτητο συμπλήρωμα της. Η Ελευσίνιος ιδέα υπογραμμίζει την απολύτρωση της ψυχής και την ανύψωση της σε ένα θείο υπερκόσμιο επίπεδο, κατανοώντας τα Συμπαντικά Μυστήρια με την επικουρία των Θεών. Η Προμηθείκή ιδέα επικυρώνει την αναζήτηση της επίγειας ευτυχίας και την πραγμάτωση της μέσω της ανθρώπινης θελήσεως. Οι δύο αυτές ιδέες συναντώνται σε έναν άρρηκτο συνδυασμό. Αυτό συμβαίνει επειδή ο αγώνας του ανθρώπου στο γήϊνο επίπεδο καθίσταται αδύνατος χωρίς την αρωγή των πνευματικών δυνάμεων που τον δημιούργησαν, ενώ η κατάκτηση του ουρανού προϋποθέτει πάντοτε την ανθρώπινη προσπάθεια στη γή. Τα δύο αυτά αποτελούν τους δύο δίσκους του ζυγού που ρυθμίζει την εξέλιξη των κόσμων. Ας παρατηρήσουμε τώρα τον τρόπο με τον οποίον εκφράζεται η Προμηθεϊκή Ιδέα του Αισχύλου στον Προμηθέα Δεσμώτη. Το πλαίσιο, η δράση, τα πρόσωπα, όλα είναι κολοσσιαία και υπεράνθρωπα. Η σκέψη του θεατή επικεντρώνεται σε αλησμόνητες μορφές, σε μεγαλειώδεις πράξεις και σε εμπνευσμένους λόγους. Νομίζει κανείς πως παρευρίσκεται στην γέννηση του ανθρωπίνου γένους, ανάμεσα σε έναν διάλογο των δυνάμεων του σύμπαντος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου