Πόσες άραγε χρονολογήσεις έχουν προταθεί για την αρχή της Δημιουργίας;
Γνωρίζουμε βέβαια ότι η εβραϊκή χρονολόγηση αρχίζει από τις 7 Οκτωβρίου του έτους 3761 π.Χ., αλλά αυτό φαίνεται ότι δεν ικανοποιούσε ούτε τους διάφορους λογίους ούτε τους χριστιανούς σοφούς. Κατά καιρούς, λοιπόν, προτάθηκαν διάφορες ημερομηνίες από τον Εβραίο ιστορικό Ιώσηπο έως τον Γάλλο ουμανιστή Joseph Scaliger (1484-1558) και τον περίφημο αστρονόμο Johannes Hevelius (1611-1687).
Όχι μόνον οι σοφοί της Εποχής, αλλά και οι χριστιανικές Εκκλησίες όρισαν με αποφάσεις Συνόδων την αρχή της Δημιουργίας.
Στο άρθρο μας αυτό θα παρουσιάσουμε όλες τις προταθείσες –κατά καιρούς– ημερομηνίες, ενώ σημειώνουμε ότι ειδικά η ημερομηνία που πρότεινε ο James Ussher (1581-1656), αρχιεπίσκοπος του Άρμαγκ στη Βόρεια Ιρλανδία, δηλαδή το 4004 και όχι το επαιώνιο έτος 4000, οφείλεται στην πίστη των ιστορικών ότι ο Ηρώδης απεβίωσε το 4 π.Χ. Έτσι πρόσθεσε αυτά τα τέσσερα χρόνια στο 4000 π.Χ. για να είναι πιο ακριβής η χρονολόγησή του σε σχέση με τη Γέννηση του Χριστού, που ο ίδιος όπως και πολλοί χρονολόγοι της εποχής τοποθετούσαν στο 4 π.Χ.
1 Οι χρονολογήσεις
Είναι γεγονός ότι η εβραϊκή χρονολόγηση αρχίζει από Κτίσεως Κόσμου (Anno Mundi, A.M. στα λατινικά), που η ιερή παράδοση των Εβραίων το τοποθετεί στις 7 Οκτωβρίου του έτους 3761 π.Χ. (σε αντίστοιχες ημερομηνίες Γρηγοριανού ημερολογίου). Για τις εβραϊκές χρονολογήσεις υπάρχουν τα εβραϊκά βιβλία Seder ‘olam rabba’ (H τάξη του κόσμου) και Megillat Ta’anit (Ειλητάριο της νηστείας), τα οποία συσχετίζουν γνωστά γεγονότα με συγκεκριμένες ημέρες.
Εντούτοις η παραπάνω ημερομηνία δεν έπειθε ούτε χριστιανούς ούτε εβραίους λογίους. Έτσι, για την αρχή της δημιουργίας προτάθηκαν και άλλες ημερομηνίες, όπως το έτος 5624 π.Χ. και το 4163 π.Χ. από τον εβραίο ιστορικό Ιώσηπο.
Συνεπώς, παρ’ όλη την επίδραση του εβραϊκού γίγνεσθαι στον Χριστιανισμό οι χριστιανοί φιλόσοφοι και θεολόγοι βασισμένοι στην Αγία Γραφή –μολονότι αυτή δεν περιέχει ημερομηνίες– έδωσαν διαφορετικές ημερομηνίες και χρονολογίες για την αρχή της δημιουργίας.
Ο Σέξτος Ιούλιος Αφρικανός (Sextus Julius Africanus, 180-250 μ.Χ.), χριστιανός ιστορικός των πρώτων χρόνων του Χριστιανισμού, έγραψε το 221 μ.Χ. ένα αξιόλογο ιστορικό έργο με τίτλο: «Χρονογραφίες» ή «Πεντάβιβλον χρονολογικό». Αυτό είναι μία πεντάτομη πραγματεία που ασχολείται με την ιστορία του κόσμου από την αρχή της δημιουργίας του μέχρι το 221 μ.Χ. Στο έργο του αυτό ο Σέξτος προτείνει ως αρχή της δημιουργίας το έτος 5499 π.Χ. και ως βάση των υπολογισμών του θεωρεί τα κείμενα της Αγίας Γραφής, τα οποία χρησιμοποιεί για να ενοποιήσει τις αιγυπτιακές και τις χαλδαϊκές χρονολογίες.
Ο Ευσέβιος Καισαρείας (265-340 μ.Χ.), Πατέρας της Εκκλησιαστικής Ιστορίας, επίσκοπος Καισαρείας της Παλαιστίνης και μαθητής του μάρτυρα Παμφίλου, είχε υπολογίσει στην «Παντοδαπή Ιστορία» του το διάστημα από τη δημιουργία του κόσμου μέχρι την ενσάρκωση του Χριστού ίσο με 5198 έτη.
Αιώνες αργότερα, ο Βέδας ο Αιδέσιμος (Venerable Bede, 673-735 μ.Χ.), επιφανής Άγγλος θεολόγος και ιστορικός, στην «Εκκλησιαστική Ιστορία του Αγγλικού Έθνους» (Historia Ecclesiastica Gentis Anglorum), υπολόγισε το ίδιο διάστημα ίσο με 3952 έτη.
Ο Βυζαντινός χρονικογράφος Γεώργιος Κεδρηνός, αρχές του 12ου αιώνα, στη «Σύνοψιν ιστοριών» που συνέγραψε, αρχίζει από την κτίση του κόσμου, την οποία τοποθετεί στο έτος 5506 π.Χ. και φθάνει μέχρι το έτος της ανόδου στον θρόνο της Κωνσταντινουπόλεως του Ισαάκιου Κομνηνού (1057 μ.Χ.).
Ο Γάλλος ουμανιστής Ιωσήφ Σκάλιγκερ (Joseph Scaliger, 1484-1558), τοποθετούσε την αρχή της δημιουργίας αρχικά στο έτος 3949 π.Χ. και αργότερα στο έτος 4713 π.Χ., το οποίο αποτέλεσε και την αφετηρία της Ιουλιανής Περιόδου (Julian Period), που ο ίδιος εισήγαγε.
Ο Τζαίημς Άσερ (James Ussher, 1581-1656 μ.Χ.), αρχιεπίσκοπος του Άρμαγκ (Armagh) στη Βόρεια Ιρλανδία, πρότεινε ως αρχή της δημιουργίας της Γης την Κυριακή 23η Οκτωβρίου του 4004 π.Χ., ενώ –σύμφωνα με τις μελέτες του– η ανθρωπότητα δημιουργήθηκε πέντε ημέρες αργότερα, την Παρασκευή 28η Οκτωβρίου του 4004 π.Χ.
Ο Τζαίημς Άσερ (1650) πρότεινε ως αρχή της δημιουργίας όχι το επαιώνιο έτος 4000, αλλά το καρκινικό έτος 4004. Αυτό οφείλεται στην πίστη των ιστορικών ότι ο Ηρώδης απεβίωσε το 4 π.Χ. Έτσι ο Άσερ πρόσθεσε αυτά τα τέσσερα χρόνια στο 4000 π.Χ. για να είναι πιο ακριβής η χρονολόγησή του σε σχέση με τη Γέννηση του Χριστού, που ο ίδιος – όπως και πολλοί χρονολόγοι της εποχής – τοποθετούσε στο 4 π.Χ.
Η ανακάλυψη του αρχιεπισκόπου του Άρμαγκ δημοσιεύτηκε το 1650 και έκτοτε καταγραφόταν ως υποσημείωση στο «Βιβλίο της Γενέσεως» σε κάθε επίσημη έκδοση της Παλαιάς Διαθήκης της Εκκλησίας της Μεγάλης Βρετανίας τουλάχιστον έως τη Βικτωριανή εποχή.
Ο Dr. John Lightfoot, σύγχρονος του αρχιεπισκόπου James Ussher, καθηγητής του Κολεγίου της Αγίας Αικατερίνης και αντιπρύτανης του Πανεπιστημίου του Καίμπριτζ, όχι μόνον επιβεβαίωσε αυτήν τη χρονολογία, αλλά την επαναπροσδιόρισε με μεγαλύτερη ακρίβεια: «Ο άνθρωπος δημιουργήθηκε από την Αγία Τριάδα στις 23 Οκτωβρίου του 4004 π.Χ. στις 9:00 το πρωί» (R. Milton, 1996, σελ. 47). Το 1650 έγραφε: «Ο Θεός του Μωυσή, ο Θεός των Ηφαιστείων, έφτιαξε τον κόσμο και τον άνθρωπο την 9η πρωινή της 23ης Οκτωβρίου του 4004 π.Χ.».
Αργότερα πολλοί λόγιοι και ερευνητές διακωμώδησαν αυτή την ακριβέστατη ημερομηνία. Έτσι, ο Ronald Millar (1972) έγραφε ότι μόνον ένας αντιπρύτανης του Πανεπιστημίου του Καίμπριτζ θα είχε το θράσος(!) να τοποθετήσει την ημέρα και την ώρα της δημιουργίας στις ημερομηνίες έναρξης του ακαδημαϊκού έτους!
Σημειώνουμε ότι στην 42διάτομη «Παγκόσμια Ιστορία», που δημοσιεύτηκε από το Συνδικάτο των Βιβλιοπωλών στο Λονδίνο το 1779, αναφέρεται ότι ο κόσμος δημιουργήθηκε 4004 έτη προ Χριστού και μάλιστα κατά τη φθινοπωρινή ισημερία και ότι η γέννηση του ανθρώπου έστεψε το έργο της δημιουργίας στην Εδέμ στον Ευφράτη, που βρίσκεται σε απόσταση δύο ημερών από τη Μπάζρα (Wells, σελ. 8). Σημειώνουμε ότι το πρόβλημα των χρονολόγων δεν ήταν τόσο το έτος, όσο η ημερομηνία. Δηλαδή ταλαντεύονταν αν η δημιουργία συντελέστηκε την εαρινή ισημερία στις 21 Μαρτίου ή την αντίστοιχη φθινοπωρινή ισημερία στις 22 Σεπτεμβρίου, συγκλίνοντας τελικά προς αυτή.
Άνω: James Ussher (1581-1656), αρχιεπίσκοπος του Armagh. Προσδιόρισε την 23η Οκτωβρίου 4004 π.Χ. ως την ημερομηνία δημιουργίας του Κόσμου. Κάτω: Το εξώφυλλο και η πρώτη σελίδα του βιβλίου του Ussher “Annales Veteris Testamenti”. Στο δεξιό άκρο της 1ης σελίδας εμφανίζεται η ημερομηνία 4004 π.Χ., που αντιστοιχεί στο έτος 710 της Ιουλιανής Περιόδου του Σκάλιγκερ.
Μετά τον Άσερ και τον Λάιτφουτ, ο περίφημος αστρονόμος Εβέλιος (Johannes Hevelius, 1611-1687), στο σύγγραμμά του «Πρόδρομος Αστρονομίας» (Prodromus Astronomiae, 1690), προσδιόρισε ως και την ακριβή ώρα: 6η απογευματινή της 24ης Οκτωβρίου του 3963 π.Χ.
Η Χριστιανική Εκκλησία με την ΣΤ΄ Οικουμενική Σύνοδο του 680 μ.Χ. καθόρισε ως αρχή της δημιουργίας την 1η Σεπτεμβρίου του 5509 π.Χ., που ονομάστηκε «Βυζαντινή εποχή» ή «Εποχή της Κωνσταντινουπόλεως». Η ημερομηνία αυτή καθιερώθηκε επίσημα από τον 9ο αιώνα επί της βασιλείας του αυτοκράτορα Λέοντος ΣΤ΄ του Σοφού (886-912 μ.Χ.). Η καθολική Εκκλησία αποδέχτηκε από την περίοδο της Αναγέννησης τη Βυζαντινή εποχή στο μαρτυρολόγιό της.
2 Χρονολογήσεις και Αστροφυσική
Όλες αυτές οι ημερομηνίες χρησιμοποιούνται από τους χρονολόγους για την κατασκευή των λεγόμενων «εποχών» (eras) στις αστρονομικές Εφημερίδες. Στην Αστροφυσική, όμως, επικρατεί η θεωρία ότι η επιφάνεια της Γης διαμορφώθηκε αργά και εξελικτικά και ότι η ηλικία του πλανήτη μας προσδιορίζεται με τεχνικές υπολογισμού της ηλικίας των γήινων πετρωμάτων, που βασίζονται στη ραδιενεργό χρονολόγηση.
Όπως υποστηρίζουν οι συνάδελφοι γεωλόγοι, η ανεύρεση πετρωμάτων από την εποχή της δημιουργίας της Γης είναι σχεδόν αδύνατη, αφού τα πετρώματα αυτά έχουν από καιρό διαβρωθεί από γεωλογικούς και κλιματολογικούς παράγοντες. Εντούτοις έχουν βρεθεί κρύσταλλοι στην Αυστραλία που – με τη ραδιενεργό χρονολόγηση – έχουν χρονολογηθεί στα 4,3 δισεκατομμύρια έτη. Εμείς οι αστροφυσικοί συνδυάζοντας τα αποτελέσματα των γήινων ερευνών με τις μελέτες του Ήλιου, με τις έρευνες στη Σελήνη και τους κοντινούς μας πλανήτες υπολογίζουμε ότι η δημιουργία του ηλιακού μας συστήματος –συνεπώς και της Γης– έγινε πριν από 4,5 δισεκατομμύρια έτη περίπου.
Σε σχέση με τα 4,5 δισεκατομμύρια έτη που αποδεχόμαστε ως ηλικία της Γης, τα λίγα χιλιάδες χρόνια που πρότειναν οι λόγιοι και οι χριστιανοί συγγραφείς φαίνονται σαν ένα αστείο – από άποψη μεγέθους – χρονικό διάστημα, μικρότερο ακόμη και από τα 8.000 περίπου έτη από την εποχή μας, που όπως υπολογίζουμε σήμερα ανακαλύφθηκε η γραφή στη Μεσοποταμία.
Βιβλιογραφία
Δανέζης Μ., Θεοδοσίου Σ., 2000, Το Σύμπαν που αγάπησα - Εισαγωγή στην Αστροφυσική, Εκδόσεις Δίαυλος, Αθήνα.
Θεοδοσίου Σ., Δανέζης Μ., 1995, Η Οδύσσεια των ημερολογίων - Αναζητώντας τις ρίζες της Γνώσης, Εκδόσεις Δίαυλος, Αθήνα.
Θεοδοσίου Σ., Δανέζης Μ., 1995, Η Οδύσσεια των ημερολογίων - Αστρονομία και Παράδοση, Εκδόσεις Δίαυλος, Αθήνα.
Millar R., 1972, The Piltdown Men. Gollancz, London.
Milton R., 1992, The Facts of Life, Fourth Estate Limited.
Wells H.G., 1971, Σύντομη Παγκόσμια Ιστορία (μετάφρ. Μπ. Γραμμένου, επιμέλεια Κ.Ι. Τσαούση. Εκδ. Οίκος Άγκυρα. Αθήναι.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου